Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Τα χρόνια που έμεινα στην Κρήτη και η συνεύρεση - συμβίωση - αλληλοεξόντωση με καλλιτέχνες της ραδιοφωνικής κουλτούρας, μέθυσους, εθισμένους στην ανέμελη ζωή, φοιτηταριά, γκόμενες με μικροσκοπικά - άβολα αλλά γρήγορα σπορ αμάξια, ερωτύλους με περίεργα γούστα, ερωτευμένους σχιζοφρενείς, γατόφιλους, εξτρεμιστές κινηματίες, μπαρόβιους, καφεϊνομανείς, χασισοπότες, μποέμ ποιητές με λοιπά και κατάλοιπα ψυχικών λαβυρίνθων και πλήθος πρωταγωνιστών και κομπάρσων παραλίγο (κι όταν λέω παραλίγο εννοώ τόσο δα ήθελε) να με κάνει Κρητικό. Δεν έγινα (αν και το 'χω καημό)
 Ούτε κριτικός έγινα. Ούτε και θα γίνω. Όχι γιατί δεν το έχω ανάγκη (μπορεί και καημό) αλλά γιατί δεν το έχουν ανάγκη οι λογοτέχνες (που οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, μ' έχουν γραμμένο στα παλιά τους τα moleskine και πολύ καλά κάνουν).
Κάποιες φορές, ελάχιστες ευτυχώς (ευτυχώς γι' αυτούς), διάφοροι συγγραφείς με καλούν σε βραδιές παρουσίασης της λογοτεχνικής τους δουλειάς, να μιλήσω και να πω δυο - τρία λόγια ή και περισσότερα για τα βιβλία τους. Το κάνω με χαρά (όσο υπάρχει βότκα). Λέω σπάνια όχι αφού το μόνο που επιδιώκω είναι, καθαρά και ξάστερα, η αυτοπροβολή μου και τίποτε άλλο (ακούγοντας το τελευταίο χειροκρότημα βιώνω την παράλληλη δράση να έχω γράψει εγώ το βιβλίο κι όχι το τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς. Τα έχει αυτά η βότκα!)
 Κάποιες άλλες φορές, επίσης ελάχιστες, αυτοκαλούμαι και αυτοπροσδιορίζομαι και γενικά αυτό, ως ικανός και ως μοναδικά υπέροχος να μιλήσω για κάποιο λογοτεχνικό έργο στον εαυτό μου, στο σπίτι μου, μόνος μου, στον καθρέφτη μου, χωρίς βότκα, με καφέ πρωινό. Είναι πιο σικ. Ξεφτιλίζομαι, όντας πιωμένος, τις νύχτες μπροστά σε όλους. Μην ξεφτιλίζομαι και μπροστά σε μένα. Ντροπή!

Σήμερα τελείωσα τον Διασυρμό. Το άργησα όσο μπόρεσα εφαρμόζοντας τις πρωτοποριακές, αν και όχι αποδεδειγμένα έγκυρες και σίγουρες, τακτικές ανάγνωσης...

   ... π.χ. Όταν τελείωνα την ανάγνωση ενός κεφαλαίου το ξαναδιάβαζα από το τέλος στην αρχή (.αρχή στην τέλος το από ξαναδιάβαζα το κεφαλαίου ενός ανάγνωση την τελείωνα Όταν)

Όμως, όπως ήταν φυσικό, κάποια στιγμή το βιβλίο θα τελείωνε. Αυτό ακριβώς έγινε σήμερα το πρωί (πρωί πρωί) και καλώς έγινε γιατί αυτός που κόντεψε να διασυρθεί ήμουν εγώ. Ως αναγνώστης και μόνο. Ενώ το θέμα του Διασυρμού είναι άλλο. Άλλος. Όχι εγώ.

Δυο λόγια φτάνουν (δυο λόγια ποτέ δεν φτάνουν. αυτά τα δυο λόγια θα φτάσουν για να καταλάβεις τι εννοώ με τη φράση "δυο λόγια φτάνουν").

Πως να πεις; Πως να μιλήσεις; Που να ταξιδέψεις; Πως να γευτείς, να ερωτευτείς, να κυλήσεις; Πως να ματώσεις, να οργώσεις τις πληγές σου; Που να χαθείς; Πως να καταραστείς; Πως να εξιλεωθείς; Πως να φωνάξεις, να ουρλιάξεις, να μεθύσεις; Πως να εκφραστείς, να διανοηθείς έστω και να σκεφτείς; Πως να γράψεις και πως μπορείς να διασυρθείς όταν υπάρχει ήδη ο Διασυρμός και ο Γιώργος - Ίκαρος Μπαμπασάκης;

τέλος

[χειροκρότημα]

(που στο γεροδιάολο κρύψατε τη βότκα μου;)